Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ο καθένας μας μπορεί να θυμώσει. Αυτό είναι εύκολο. Το να θυμώσουμε όμως με τον σωστό άνθρωπο, για το σωστό λόγο και με το σωστό τρόπο, δεν είναι και τόσο εύκολο. Ο θυμός δεν είναι σε όλες τις περιπτώσεις ο ίδιος. Ερμηνεύεται μέσα στο πλαίσιο στο οποίο συμβαίνει. Μπορεί να καλύπτει ένα άλλο συναίσθημα, ή να μετατοπίζεται προς διαφορετικό άτομο από αυτό που συνδέεται. Η κατάθλιψη μπορεί να ξεσπάσει σαν θυμός. Κι από την άλλη, η χρόνια αδυναμία να εκφράσουμε εποικοδομητικά το θυμό μας μπορεί να οδηγήσει σε συναισθήματα αναποτελεσματικότητας κι απελπισίας. Μπορεί να γινόμαστε έξαλλοι από θυμό για μικροπράγματα, και να γινόμαστε εχθρικοί και επιθετικοί απέναντι σε κοντινά μας πρόσωπα. Οι συμπεριφορές αυτές συνοδεύονται από ενοχές που διαιωνίζουν τον κύκλο της κατάθλιψης.

“Ο θυμός είναι μια φυσική αντίδραση. Χρειάζεται να τον ακούμε και να τον σεβόμαστε παρά να τον αποφεύγουμε.”

Ο θυμός είναι μια φυσική αντίδραση. Χρειάζεται να τον ακούμε και να τον σεβόμαστε παρά να τον αποφεύγουμε. Ποιο είναι το μήνυμα πίσω από το θυμό μας; Ότι οι άλλοι καταπατούν τα όριά μας και τα δικαιώματά μας, ότι μας πληγώνουν, ότι οι ανάγκες μας ή οι επιθυμίες μας δεν ικανοποιούνται, ή ότι τα πράγματα δεν εξελίσσονται όπως περιμέναμε. Μας βοηθάει να πούμε «μέχρι εδώ» σε καταστάσεις στις οποίες μας υπονομεύουν. Να σταματήσουμε να προσαρμόζουμε τις ανάγκες μας στις ανάγκες των άλλων. Μας κινητοποιεί να πούμε όχι.

Κι ενώ είναι δυσλειτουργικό να κλειδώνουμε το συναίσθημα του θυμού, το να εκτονώνουμε το θυμό μας δεν είναι πάντα λύση. Μπορεί να οδηγήσει σε μια κλιμάκωση των επιθέσεων. Η αναγνώριση και η έκφραση του θυμού είναι δύο διαφορετικές διαδικασίες. Η επίγνωση του θυμού προϋποθέτει να παρατηρούμε τι συμβαίνει στο σώμα μας – ταχυκαρδία, τρέμουλο, δυσφορία -, καθώς και να αναγνωρίσουμε τι είναι αυτό που πυροδοτεί το θυμό. Οι διαπροσωπικές δεξιότητες βοηθούν στο να εκφράσουμε και να επικοινωνήσουμε το θυμό μας στους άλλους με τέτοιο τρόπο ώστε να επιλύσουμε το πρόβλημα.

Πολλά άτομα που έχουν κατάθλιψη παρουσιάζουν χαμηλή ανοχή στη ματαίωση. Η απογοήτευση όμως μπορεί να πηγάζει από παράλογες πεποιθήσεις ή προσδοκίες που δημιουργούν αόρατες απαιτήσεις. Όπως για παράδειγμα ότι υπάρχει ένας «σωστός» τρόπος με τον οποίο «πρέπει» να γίνονται τα πράγματα. Ή να περιμένουμε πως επειδή κάναμε κάτι καλό σε κάποιον, είναι υποχρεωμένος να μας το ανταποδώσει. Η αμοιβαιότητα σε αυτή την περίπτωση εμπεριέχει τον κίνδυνο να συσσωρεύσουμε πικρία και θυμό.

Ένα άλλο πρόβλημα που προκύπτει συχνά είναι ο ανεπίλυτος θυμός από γεγονότα που συνέβησαν στο παρελθόν. Συναισθηματικές εκκρεμότητες με σημαντικά πρόσωπα στη ζωή μας που εξακολουθούν να μας επηρεάζουν στο παρόν. Σύντροφοι που μας πρόδωσαν, γονείς που μας παραμέλησαν ή μας εγκατέλειψαν. Καταστάσεις που έχουν ξεθωριάσει με το πέρασμα του χρόνου, ωστόσο το αρνητικό συναίσθημα παραμένει έντονο και μας κρατάει παγιδευμένους. Για να αποδράσουμε από το παρελθόν χρειάζεται αρχικά να συνειδητοποιήσουμε το χρόνιο αίσθημα θυμού. Και να το διαχωρίσουμε από τη θλίψη που σχετίζεται με την απώλεια. Αν δεν μπορέσουμε να αναγνωρίσουμε το βασικό αίσθημα της θλίψης, δεν θα καταφέρουμε ποτέ να εκπληρώσουμε την ανάγκη μας για αγάπη και σύνδεση. Όσο ο θυμός απομακρύνει τους άλλους από κοντά μας, τόσο θα απομακρυνόμαστε εμείς οι ίδιοι από τον εαυτό μας. Ξεπερνώντας τα συναισθήματα του θυμού και της αδικίας, θα μπορέσουμε να αποδεσμευτούμε από το άλλο πρόσωπο ώστε να αποδεχτούμε την κατάσταση και να βρούμε τη λύτρωση μέσα μας.

Βιβλιογραφία

Gilbert, P. (2014). Ξεπερνώντας την κατάθλιψη. Εκδόσεις Πεδίο.